Το καινούργιο αυτοκίνητο έγινε «είδος πολυτελείας» για τον μέσο Έλληνα

Η ψαλίδα ανάμεσα στις τιμές των αυτοκινήτων και την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών μεγαλώνει, αφήνοντας την ιδιοκτησία νέου μοντέλου προνόμιο για λίγους.

Με τις τιμές στα καινούργια αυτοκίνητα να έχουν εκτοξευθεί και τη χρηματοδότηση να γίνεται όλο και πιο σπάνια υπόθεση, η απόκτηση ενός καινούργιου μοντέλου μοιάζει για πολλούς Έλληνες με μακρινό σενάριο.

Τα τελευταία χρόνια, η ελληνική αγορά αυτοκινήτου έχει αλλάξει σημαντικά. Οι μέσες τιμές αγοράς ενός νέου αυτοκινήτου έχουν αυξηθεί κατά περίπου 30% σε σχέση με πριν από μία πενταετία, με αποτέλεσμα το βασικό μοντέλο μικρής κατηγορίας να ξεκινά σήμερα από περίπου 16.000 ευρώ.

Την ίδια στιγμή, τα σουπερμίνι που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν η πρώτη επιλογή των περισσότερων αγοραστών (όπως τα Toyota Yaris, Renault Clio, Hyundai i20, Peugeot 208 κ.α.), σήμερα κοστίζουν πάνω από 20.000 ευρώ σε βασική έκδοση.

Το μεγάλο πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι μόνο το κόστος των μοντέλων, αλλά η αγοραστική δύναμη. Ο μέσος καθαρός μισθός στην Ελλάδα δεν ακολουθεί την ανοδική πορεία των τιμών, ενώ η αβεβαιότητα στην αγορά εργασίας, το κόστος στέγασης και οι γενικότερες πληθωριστικές πιέσεις κάνουν την απόφαση αγοράς ακόμη δυσκολότερη. Όταν ένα αυτοκίνητο χαμηλής κατηγορίας αντιστοιχεί σε σχεδόν έναν καθαρό ετήσιο μισθό, η εξίσωση γίνεται δύσκολη.

Η τραπεζική χρηματοδότηση, που κάποτε λειτουργούσε ως αντίβαρο, δεν είναι πια τόσο εύκολα προσβάσιμη. Τα καταναλωτικά δάνεια δίνονται με πιο αυστηρά κριτήρια, ενώ τα προγράμματα χρηματοδότησης μέσω εισαγωγέων ή τραπεζών συχνά συνοδεύονται από υψηλά επιτόκια (συνήθως πάνω από 8%) και προϋποθέτουν υψηλή προκαταβολή. Η εναλλακτική του leasing υπάρχει, αλλά δεν είναι ιδανική για όλους, ειδικά όταν μιλάμε για ιδιώτες που επιθυμούν απόλυτη «κυριότητα» του αυτοκινήτου.

Το αποτέλεσμα είναι πως μεγάλο μέρος των αγοραστών στρέφεται στην αγορά μεταχειρισμένων, ανεβάζοντας τη ζήτηση και επομένως και τις τιμές στα μεταχειρισμένα. Μοντέλα 5ετίας διατηρούν υψηλό ποσοστό της αρχικής τους αξίας, γεγονός που υποδεικνύει την έλλειψη εναλλακτικών λύσεων.

Τα εξηλεκτρισμένα αυτοκίνητα (υβριδικά, plug-in και αμιγώς ηλεκτρικά) κάνουν την κατάσταση ακόμη πιο περίπλοκη. Παρότι προσφέρουν χαμηλότερο κόστος χρήσης, η αρχική τους τιμή είναι πολύ υψηλότερη, με λίγες επιλογές κάτω από τις 30.000 ευρώ.

Τα κρατικά προγράμματα επιδότησης όπως το «Κινούμαι Ηλεκτρικά» έχουν βοηθήσει, αλλά το πραγματικό όφελος περιορίζεται λόγω των περιορισμένων αποθεμάτων, των καθυστερήσεων στις παραδόσεις και της χαμηλής ζήτησης.

Σε αυτό το περιβάλλον, ο Έλληνας αγοραστής έρχεται αντιμέτωπος με δύσκολες αποφάσεις: να αγοράσει ένα πιο φτηνό αυτοκίνητο με λιγότερο εξοπλισμό, να στραφεί σε ελαφρώς μεταχειρισμένο ή να παρατείνει τη χρήση του παλιού του μοντέλου. Για πολλούς, η τελευταία επιλογή είναι και η μόνη ρεαλιστική.

Η απόκτηση ενός καινούργιου αυτοκινήτου στην Ελλάδα του 2025 δεν είναι πλέον εύκολη ή προσιτή υπόθεση. Είναι μια απόφαση που απαιτεί προγραμματισμό, συμβιβασμούς και πολλές φορές και ρίσκο.

Exit mobile version