Luca de Meo: Η αποχώρηση που ταρακουνά τη Renault και προβληματίζει την αυτοκινητοβιομηχανία

Η φυγή του de Meo για τη βιομηχανία της μόδας αφήνει κενό στη γαλλική εταιρεία, σε μια κρίσιμη καμπή μετασχηματισμού και γεωπολιτικών προκλήσεων.

Η Renault ανακοίνωσε πως ο διευθύνων σύμβουλος της, Luca de Meo, θα αποχωρήσει από τη θέση του στις 15 Ιουλίου, κλείνοντας έναν κύκλο που ξεκίνησε μέσα σε συνθήκες κρίσης το 2020 και έκτοτε μετατράπηκε σε μια περίοδο ανάκαμψης και εξορθολογισμού. Ωστόσο, η αναχώρησή του όχι μόνο προκαλεί ανησυχία για την επόμενη ημέρα της γαλλικής εταιρείας, αλλά και για το ευρύτερο τοπίο της αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ευρώπη.

Ο de Meo μετακινείται εκτός κλάδου για να αναλάβει επικεφαλής του ομίλου Kering, στον οποίο ανήκουν γνωστά ονόματα της μόδας όπως οι Gucci, Balenciaga και Saint Laurent. Μια προσωπική επαγγελματική στροφή που ενδεχομένως ικανοποιεί τον ίδιο, αλλά δημιουργεί στρατηγικό κενό στη Renault, η οποία ήδη είδε πρόσφατα και τον CFO της, Thierry Pieton, να αποχωρεί. Οι δύο αυτοί αποχωρήσεις σε διάστημα λίγων μηνών αποτελούν πλήγμα για τη σταθερότητα του διοικητικού πυρήνα της εταιρείας.

Ο de Meo είχε αναλάβει τα ηνία της Renault σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο, μετά το σκάνδαλο με τον Carlos Ghosn, τη διάρρηξη των σχέσεων με τη Nissan και τη Mitsubishi, και τις τεράστιες ζημιές που καταγράφηκαν τότε. Παρά τις αντιξοότητες, ηγήθηκε μιας διαδικασίας αναδιοργάνωσης, περιόρισε δαπάνες και κατάφερε να επαναφέρει τη Renault σε τροχιά κερδοφορίας. Ενδεικτικό της αναγνώρισης που είχε εντός του κλάδου, ήταν η εκλογή του ως προέδρου της ACEA (Ένωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων), θέση που διατήρησε μέχρι το τέλος του 2024.

Η αποχώρησή του όμως έρχεται σε μια στιγμή που η Renault προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην εξηλεκτρισμένη μετάβαση και τη γεωπολιτική πίεση που ασκούν οι κινεζικές εταιρείες και οι εμπορικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τη δημιουργία της Ampere για τα ηλεκτρικά και της Horse για τους θερμικούς κινητήρες (σε συνεργασία με την Geely), η Renault επιχειρεί ένα δύσκολο χωρισμό των δραστηριοτήτων της. Ωστόσο, η ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση από την Geely -και άρα την επιρροή του κινεζικού κράτους- ενδέχεται να ήταν ένας από τους λόγους που ώθησαν τον de Meo προς την έξοδο.

Ο ίδιος είχε αφήσει να εννοηθεί ότι είχε μακροπρόθεσμα σχέδια, ανανεώνοντας το συμβόλαιό του μέχρι το 2029. Όμως, μόλις έξι μήνες μετά, επιλέγει να αποχωρήσει, αφήνοντας την αίσθηση πως κάτι άλλαξε δραματικά είτε στη στρατηγική της Renault είτε στις συνθήκες που διαμορφώνονται για τη βιομηχανία συνολικά. Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν πως η γαλλική κυβέρνηση, η οποία ελέγχει το 15% της Renault, θα έχει ρόλο στον καθορισμό της διαδοχής. Μεταξύ των ονομάτων που έχουν ακουστεί είναι του Denis Le Vot (επικεφαλής της Dacia) και του Maxime Picat από τη Stellantis.

Η Renault βρίσκεται μπροστά σε σταυροδρόμι. Παρά τις επιτυχίες της τα τελευταία χρόνια, δεν έχει ακόμα το μέγεθος που θα την προστατεύσει από τις ανακατατάξεις του κλάδου. Ο de Meo την οδήγησε σε ένα σημείο σταθερότητας, όμως η απουσία του πιθανότατα θα φανεί γρήγορα. Και αν για τον ίδιο ανοίγει ένας νέος κύκλος στη βιομηχανία της μόδας, για την αυτοκινητοβιομηχανία γεννιούνται περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις.

Exit mobile version