Πριν η Power Unit μιας Formula 1 ζωντανέψει, προηγείται μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαδικασία που θυμίζει περισσότερο προετοιμασία… εκτόξευσης πυραύλου παρά εκκίνηση αυτοκινήτου.
Σε αντίθεση με ένα συμβατικό αυτοκίνητο που παίρνει μπροστά με το πάτημα ενός διακόπτη, ένας κινητήρας Formula 1 απαιτεί αυστηρά καθορισμένη ακολουθία βημάτων, που διαρκεί έως και τρεις ώρες.
Η διαδικασία ξεκινά με τη θέρμανση του λαδιού και του ψυκτικού μέσω εξωτερικών συστημάτων, ώστε να φτάσουν σε συγκεκριμένες θερμοκρασίες. Μόνο όταν οι αισθητήρες δώσουν το «πράσινο φως», προχωρά η διαδικασία εκκίνησης.
Ακολουθεί η ενεργοποίηση της μονάδας υψηλής τάσης (που φτάνει σχεδόν τα 1.000 Volt) και η προετοιμασία της ηλεκτρονικής μονάδας ελέγχου.
Ένας εξωτερικός εκκινητής περιστρέφει το βολάν του στροφαλοφόρου χωρίς να γίνεται καύση, ώστε να δημιουργηθεί η απαραίτητη πίεση λαδιού πριν δοθεί εντολή για ανάφλεξη.
Στον χώρο των pits παρίστανται πέντε έως επτά εξειδικευμένοι μηχανικοί, που συντονίζουν το κάθε βήμα. Οποιαδήποτε λάθος τιμή ή μη ενεργοποιημένο υποσύστημα μπορεί να προκαλέσει ζημιά ή να ματαιώσει την εκκίνηση.
Γι’ αυτό και ένας τέτοιος κινητήρας δεν μπορεί να ξεκινήσει αυτόματα σε μια πίστα μετά από διακοπή, παρά μόνο σε ελεγχόμενο περιβάλλον, όπου ακόμη και το MGU-K αξιοποιείται σε υποστηρικτικό ρόλο.
Σε ένα κανονικό αυτοκίνητο δρόμου, ο κινητήρας παίρνει αμέσως μπροστά με τον μίζα να κινεί τον στροφαλοφόρο και το σύστημα ψεκασμού να αναλαμβάνει τα υπόλοιπα.
Αντίθετα, η Power Unit της Formula 1, που αποτελείται από τον θερμικό κινητήρα και τα υβριδικά συστήματα, χρειάζεται μια διαδικασία όπου ελέγχεται η μόνωση του υψηλής τάσης κυκλώματος, εξετάζονται τυχόν διαρροές ρεύματος και αυξάνεται σταδιακά η ταχύτητα περιστροφής μέχρι να επιτευχθεί το ιδανικό σημείο για την πρώτη καύση.
Ο λόγος αυτής της πολυπλοκότητας είναι η ακραία ευαισθησία του κινητήρα. Ο παραμικρός λάθος χειρισμός μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ζημιά σε ένα σύστημα που λειτουργεί σε θερμοκρασίες και πιέσεις πολύ υψηλότερες από αυτές ενός συμβατικού κινητήρα.
