ADAC: Το Euro 7 φέρνει σε δύσκολη θέση τα ελαστικά αυτοκινήτων

Δοκιμές αποκαλύπτουν ότι ορισμένα premium ελαστικά έχουν υψηλό δείκτη φθοράς, γεγονός που απειλεί τη συμμόρφωσή τους με τους επερχόμενους ευρωπαϊκούς κανονισμούς.

Μια πρόσφατη μελέτη του ADAC, βασισμένη σε πάνω από 160 δοκιμές θερινών ελαστικών, φέρνει σε δύσκολη θέση μεγάλες μάρκες της αγοράς. Παρά τις υψηλές τιμές και το ισχυρό εμπορικό τους όνομα, εταιρείες όπως η Pirelli και η Bridgestone καταγράφουν ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα φθοράς, γεγονός που δημιουργεί ερωτήματα για τη μελλοντική τους συμβατότητα με την αυστηρή νομοθεσία της Euro 7 που τίθεται σε ισχύ από το 2028.

Ο ADAC έχει δοκιμάσει, από το 2023, συνολικά 160 μοντέλα ελαστικών σε πραγματικές συνθήκες. Πέρα από τα παραδοσιακά κριτήρια, όπως η ασφάλεια και η διάρκεια ζωής, αυτή τη φορά ελήφθη υπόψη και η ποσότητα φθοράς ανά χιλιόμετρο και τόνο βάρους (mg/km/t).

Η Michelin ξεχωρίζει με τον καλύτερο μέσο όρο: 52 mg/km/t. Σε πολύ καλά επίπεδα κινούνται οι Hankook (62 mg), Continental (63 mg) και Goodyear (65 mg). Αντίθετα, η Pirelli με 76 mg/km/ και η Bridgestone με 78 mg/km/t ξεπερνούν σημαντικά το επιθυμητό όριο, ενώ η Firestone -που ανήκει στον ίδιο όμιλο με τη Bridgestone- καταγράφει την υψηλότερη φθορά, στα 82 mg/km/t.

Τα δεδομένα αυτά έρχονται σε μια περίοδο που οι εκπομπές λόγω τριβής (οι λεγόμενες «μη-εκπεμπόμενες εκπομπές») μπαίνουν για πρώτη φορά στο στόχαστρο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.

Σύμφωνα με την Euro 7, από 1η Ιουλίου 2028, θα ισχύσει όριο φθοράς για όλα τα νέα επιβατικά ελαστικά. Η μέτρηση θα βασίζεται στη φθορά ανά τόνο βάρους του αυτοκινήτου, ώστε τα αποτελέσματα να είναι αντικειμενικά ακόμα και σε μοντέλα μεγαλύτερου μεγέθους ή βάρους.

Η μέθοδος υπολογισμού βασίζεται σε σύστημα αναφοράς: αν ο δείκτης φθοράς ενός ελαστικού ισούται με εκείνον του ελαστικού αναφοράς, λαμβάνει βαθμολογία 1,0. Όσο υψηλότερη η φθορά, τόσο αυξάνεται και ο δείκτης.

Ωστόσο, η ανάλυση του ADAC αναδεικνύει και τις αντιφάσεις. Περίπου το 61% των ελαστικών που δοκιμάστηκαν δεν θα μπορούσαν να εγκριθούν με βάση αυστηρότερους στόχους φθοράς – παρότι πολλά από αυτά εμφανίζουν εξαιρετικές επιδόσεις στην ασφάλεια.

Υπάρχει, δηλαδή, ορατός κίνδυνος να βγουν από την αγορά ελαστικά με πολύ καλή πρόσφυση και φρενάρισμα, απλώς επειδή έχουν υψηλότερο δείκτη φθοράς. Αντίστοιχα, σε μια περίπτωση, ένα ελαστικό με πολύ χαμηλή φθορά απέτυχε στο τεστ υγρής πρόσφυσης, δείχνοντας ότι ο τεχνικός συμβιβασμός μεταξύ ασφάλειας και περιβαλλοντικών επιδόσεων είναι υπαρκτός.

Ο ADAC καλεί σε ισορροπημένη προσέγγιση, που να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και την οδική ασφάλεια και την οικονομική προσβασιμότητα. Όπως σημειώνεται, πολλοί οδηγοί -ειδικά όσοι διανύουν λίγα χιλιόμετρα ή έχουν περιορισμένο προϋπολογισμό- πρέπει να συνεχίσουν να έχουν επιλογές σε προσιτά και ασφαλή ελαστικά.

Οι δοκιμές πραγματοποιήθηκαν με αυστηρή μεθοδολογία: σε διαδρομές 15.000 χιλιομέτρων υπό ρεαλιστικές συνθήκες κυκλοφορίας, με ζύγιση πριν και μετά, αλλά και αξιολόγηση των σωματιδίων που προέκυψαν από την τριβή. Αυτή η διαδικασία ενσωματώνεται ήδη στη νομοθεσία UNECE που στηρίζει την εφαρμογή της Euro 7.

Ο μηχανισμός φθοράς σχετίζεται με την επιφάνεια επαφής του ελαστικού με την άσφαλτο και διάφορα υπολείμματα, όπως φύλλα, σκόνη και νερό. Τα παραγόμενα σωματίδια -γνωστά ως TRWP (Tyre and Road Wear Particles)- περιλαμβάνουν μείγματα καουτσούκ, ασφάλτου και ρύπων. Με τη βροχή, συχνά καταλήγουν σε υπόγεια ύδατα ή ποτάμια και θεωρούνται μια από τις βασικότερες πηγές μικροπλαστικών στον τομέα των μεταφορών.

Η Euro 7 φέρνει τις κατασκευάστριες ελαστικών αντιμέτωπες με μία νέα πραγματικότητα: από την απόδοση στην κατανάλωση, τώρα θα πρέπει να αποδεικνύουν ότι είναι φιλικές και προς το περιβάλλον – χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια. Το πώς θα απαντήσουν τελικά οι κορυφαίες μάρκες, μένει να φανεί τα επόμενα χρόνια.

Exit mobile version