Οι τιμές των καινούριων μοντέλων έχουν ξεφύγει διεθνώς, μετατρέποντας τη μετακίνηση από αυτονόητο δικαίωμα σε προνόμιο για λίγους, ακόμη και στη χώρα που γέννησε το «αυτοκίνητο του λαού».
Η άνοδος των τιμών στα αυτοκίνητα δεν είναι ένα μεμονωμένο ελληνικό φαινόμενο. Από τη Γερμανία μέχρι τις ΗΠΑ, η αγορά έχει μετακινηθεί προς ακριβότερα και πιο σύνθετα μοντέλα, αφήνοντας εκτός χιλιάδες καταναλωτές που κάποτε θεωρούσαν δεδομένη την πρόσβαση στη μετακίνηση. Στο Μπόχουμ της Γερμανίας, η αντιπροσωπεία Auto Feix σταμάτησε να πουλά καινούρια αυτοκίνητα επειδή, όπως λέει η διευθύντρια Κέρστιν Φάιξ, «οι πελάτες δεν έχουν πια αρκετά λεφτά στην τσέπη τους».
Ο μέσος Γερμανός πρέπει να δουλέψει πλέον 43 εβδομάδες για να αγοράσει ένα καινούριο μοντέλο, έναντι 32 εβδομάδων το 1995. Οι μισθοί δεν συμβαδίζουν με την άνοδο των τιμών, ενώ οι παράγοντες πίσω από αυτή την εξέλιξη είναι πολυδιάστατοι: αυστηρότερες ρυθμίσεις για ρύπους και ασφάλεια, αλυσίδες εφοδιασμού που δεν έχουν ακόμα επανέλθει πλήρως από τις επιπτώσεις της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς και η στροφή των κατασκευαστών σε μοντέλα υψηλότερου περιθωρίου κέρδους.
Η εικόνα επιβεβαιώνεται και από τα μοντέλα που εξαφανίζονται από τις αγορές: το VW Up, το Opel Adam, το Ford Fiesta -αυτοκίνητα που στήριξαν τη μικρομεσαία τάξη για δεκαετίες- έχουν πια αποσυρθεί. Ταυτόχρονα, τα μεταχειρισμένα έχουν μετατραπεί σε πολύτιμο αγαθό, με τις τιμές τους να έχουν αυξηθεί κατά 88% σε μόλις μία δεκαετία. Αντιπροσωπείες όπως η Auto Feix επιβιώνουν σήμερα αποκλειστικά από την πώληση σχεδόν καινούριων μεταχειρισμένων, ως μια τελευταία «οικονομική» διέξοδο για όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να στραφούν στο νέο.
Η ηλεκτροκίνηση, παρότι τεχνολογικά προηγμένη, εντείνει την ανισότητα. Η VW προσφέρει την ηλεκτρική ID.3 από 33.000 €, ποσό που δεν μπορεί να καλύψει μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η BYD από την Κίνα προσφέρει φθηνότερες λύσεις όπως η Dolphin, αλλά με τιμή εκκίνησης από 22.990 €, εξακολουθεί να απευθύνεται σε ένα περιορισμένο κοινό. Για τη μεσαία τάξη, που πιέζεται από αυξανόμενο κόστος ζωής και πληθωρισμό, το ηλεκτρικό αυτοκίνητο παραμένει, για την ώρα, μακρινός στόχος.
Η εικόνα αυτή έχει και πολιτικές προεκτάσεις. Στη Γερμανία, η κυβέρνηση προσπαθεί να μετριάσει τις επιπτώσεις με προγράμματα ενίσχυσης για τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα. Την ίδια στιγμή, κόμματα όπως το ακροδεξιό AfD βρίσκουν έδαφος να καλλιεργήσουν τη δυσαρέσκεια, υποσχόμενα «επιστροφή στις ρίζες» και στις μηχανές εσωτερικής καύσης.
Το αυτοκίνητο, σύμβολο προσωπικής ελευθερίας και κοινωνικής προόδου μεταπολεμικά, μετατρέπεται σταδιακά σε δείκτη κοινωνικού αποκλεισμού. Το πρόβλημα δεν περιορίζεται σε μία χώρα ή σε ένα σύστημα φορολόγησης. Είναι απόρροια της συνολικής αλλαγής στον χαρακτήρα της αυτοκίνησης. Και για την ώρα, η προσιτή μετακίνηση δεν φαίνεται να επιστρέφει.
