Η Volkswagen εντείνει τα πειθαρχικά της μέτρα, απολύοντας εκατοντάδες εργαζόμενους για κοπάνες, την ώρα που προσπαθεί να μειώσει δραστικά το λειτουργικό της κόστος.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, η VW έχει ήδη απολύσει 548 εργαζόμενους μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2025, κυρίως λόγω αδικαιολόγητων απουσιών, ενώ έχουν εκδοθεί πάνω από 2.000 προειδοποιήσεις. Ο αριθμός αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά μέχρι το τέλος του έτους, με τα δημοσιεύματα να κάνουν λόγο για «εκατοντάδες» ακόμη περιπτώσεις.
Οι απουσίες θεωρούνται ένα από τα σοβαρά προβλήματα στο εσωτερικό της εταιρείας, με τις ετήσιες ζημιές από απώλειες παραγωγικότητας να υπολογίζονται στο 1 δισ. ευρώ. Σε αυτό το πλαίσιο, η διοίκηση της VW δείχνει αποφασισμένη να επιβάλει πειθαρχία, στέλνοντας σαφές μήνυμα ότι η αδικαιολόγητη απουσία έχει συνέπειες, ακόμη και αν πρόκειται για μικρό ποσοστό σε σχέση με το σύνολο των 560.000 εργαζομένων της φίρμας παγκοσμίως.
Οι απολύσεις εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική εξοικονόμησης και αναδιάρθρωσης. Μέχρι το 2030, ο όμιλος σκοπεύει να μειώσει 35.000 θέσεις εργασίας μόνο στη Γερμανία. Παράλληλα, η παραγωγή επαναπροσαρμόζεται: τα εργοστάσια σε Τσβίκαου και Δρέσδη θα σταματήσουν για μία εβδομάδα από τις 6 Οκτωβρίου. Στο Όσναμπρουκ θα υπάρχει διακοπή παραγωγής τουλάχιστον μία ημέρα την εβδομάδα μέχρι το τέλος του χρόνου.
Τα εργοστάσια αυτά παράγουν μοντέλα όπως τα ID.4, ID.7 και T-Roc Cabriolet – το τελευταίο μάλιστα αναμένεται να αποσυρθεί από την παραγωγή το 2026. Την ίδια στιγμή, η αυξημένη ζήτηση για μοντέλα όπως το Golf, το Tiguan και το νέο Tayron οδηγεί σε προσθήκη επιπλέον βαρδιών στο εργοστάσιο του Βόλφσμπουργκ μέχρι τα Χριστούγεννα.
Το πείραμα της VW να εξισορροπήσει την ηλεκτροκίνηση με τη διατήρηση της δυναμικής των παραδοσιακών της μοντέλων συνεχίζεται με σημαντικές εσωτερικές αλλαγές και έμφαση στην αποτελεσματικότητα. Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που μια αυτοκινητοβιομηχανία εφαρμόζει αυστηρά μέτρα για την πειθαρχία στο προσωπικό, το μέγεθος των απολύσεων και η ευθεία σύνδεσή τους με την κοπάνες δημιουργούν προηγούμενο στον κλάδο.
Αξίζει να αναρωτηθεί κανείς αν κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί και στην Ελλάδα, όπου η συζήτηση για την αποδοτικότητα στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα παραμένει επίκαιρη. Αν και οι εργασιακές σχέσεις διαφέρουν σημαντικά, ειδικά ως προς τις συλλογικές συμβάσεις και τις συνδικαλιστικές αντιδράσεις, το παράδειγμα της VW δείχνει ότι οι μεγάλες εταιρείες δεν διστάζουν να λάβουν σκληρές αποφάσεις όταν πρόκειται για ζητήματα πειθαρχίας και κόστους.
