H ετήσια αναφορά του TÜV για τα επαγγελματικά οχήματα δείχνει ότι τα μεγάλα φορτηγά στη Γερμανία παρουσιάζουν ολοένα περισσότερες επικίνδυνες βλάβες – τάση που αγγίζει και την Ελλάδα με τον γερασμένο στόλο της.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του TÜV Nutzfahrzeug-Report για το 2025, περίπου 1 στα 5 επαγγελματικά αυτοκίνητα που ελέγχθηκαν στη Γερμανία απέτυχε να περάσει τον τεχνικό έλεγχο λόγω σημαντικών ή επικίνδυνων προβλημάτων. Το ποσοστό αυτό φτάνει το 20,4% για τα 2,31 εκατομμύρια φορτηγά που εξετάστηκαν μεταξύ 2023 και 2024, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τον προηγούμενο έλεγχο.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στα βαρέα φορτηγά άνω των 18 τόνων, όπου σχεδόν το 22% εμφάνισε σοβαρές βλάβες. Για πρώτη φορά ξεπερνούν τα ελαφριά φορτηγά κάτω των 3,5 τόνων, που βρίσκονται στο 21,5%. Τα οχήματα μεταξύ 3,5 και 7,5 τόνων σημείωσαν ποσοστό 20%, ενώ τα μεσαία (7,5–18 τόνων) διατηρούν καλύτερη εικόνα, με 16,5%.
Τα συχνότερα προβλήματα που καταγράφηκαν σχετίζονται με ελαττωματικό φωτισμό, διαρροές λαδιών και φθορές στις αναρτήσεις. Οι βλάβες αυτές αυξάνονται σημαντικά με την ηλικία. Σε φορτηγά δεκαετίας, τα προβλήματα φωτισμού εντοπίζονται στο 12,2% των περιπτώσεων, οι διαρροές λαδιών στο 7,6% και οι φθορές στις αναρτήσεις στο 5,3%. Σε αντίθεση, σε φορτηγά ενός έτους τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 2,7%, 0,9% και 0,3%.
Πρόκειται για προβλήματα που επηρεάζουν άμεσα την ασφάλεια στον δρόμο και ενδέχεται να οδηγήσουν σε σοβαρά ατυχήματα. Ο Dr. Joachim Bühler, γενικός διευθυντής του TÜV-Verband, τόνισε ότι «ποτέ στο παρελθόν δεν είχαμε δει τόσο μεγάλη αύξηση στη συχνότητα σοβαρών βλαβών – τα βαρέα φορτηγά εξελίσσονται σε νέα προβληματική κατηγορία».
Ο γερμανικός στόλος επαγγελματικών οχημάτων αριθμεί πλέον 3,83 εκατομμύρια μονάδες, με μέσο όρο ηλικίας τα 8,7 έτη. Το ενδιαφέρον για επενδύσεις παραμένει χαμηλό, με τις επιχειρήσεις να καθυστερούν την ανανέωση των οχημάτων, γεγονός που αυξάνει τις απαιτήσεις συντήρησης. Η μετάβαση προς εξηλεκτρισμένα μοντέλα προχωρά με αργούς ρυθμούς, καθώς μόλις το 3,5% του στόλου κινείται με εναλλακτικά συστήματα κίνησης. Στις νέες ταξινομήσεις, το ποσοστό ανεβαίνει στο 9,6%, παραμένοντας όμως χαμηλό για τους στόχους της ενεργειακής μετάβασης.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η κατάσταση είναι αρκετά χειρότερη. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και της αγοράς, ο μέσος όρος ηλικίας των φορτηγών είναι άνω των 20 ετών, ενώ δεν είναι σπάνια η κυκλοφορία οχημάτων ακόμη και 30ετίας. Η αγορά μεταχειρισμένων, ιδιαίτερα εισαγόμενων από χώρες της Ε.Ε., κυριαρχεί στις μεταβιβάσεις, ενώ η ανανέωση του στόλου παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη λόγω του υψηλού κόστους αγοράς και της χαμηλής κρατικής ενίσχυσης.
Η υστέρηση στην ανανέωση στόλου επιβαρύνει όχι μόνο την οδική ασφάλεια, αλλά και το περιβάλλον, καθώς τα παλαιότερα οχήματα εκπέμπουν περισσότερους ρύπους και έχουν μεγαλύτερη κατανάλωση. Παράλληλα, το ποσοστό των φορτηγών με εναλλακτικά συστήματα κίνησης είναι σχεδόν μηδενικό, ενώ οι υποδομές φόρτισης για ηλεκτρικά βαρέα οχήματα είναι ακόμη ανύπαρκτες.
Το παράδειγμα της Γερμανίας δείχνει πως ακόμη και σε χώρες με αυστηρούς ελέγχους και πιο σύγχρονο στόλο, η επιδείνωση είναι υπαρκτή. Στην Ελλάδα, η ανάγκη για στρατηγική ανανέωση και ενίσχυση των επαγγελματιών μεταφορών είναι επιτακτική, αν η χώρα θέλει να διασφαλίσει ασφαλείς και βιώσιμες μεταφορές στο μέλλον.
