Καθώς το μέγεθος και το βάρος της μπαταρίας στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα αποτελεί το βασικό ζητούμενο, η ταχύτητα φόρτισης αναδεικνύεται ακόμη πιο σημαντική από την αυτονομία.
Η συζήτηση γύρω από το ιδανικό μέγεθος μπαταρίας στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα γίνεται ολοένα και πιο επίκαιρη. Οι κατασκευάστριες προσπαθούν να βρουν την ισορροπία ανάμεσα στην αυτονομία που καθησυχάζει τον οδηγό και στον περιορισμό του βάρους και του όγκου που επηρεάζει την απόδοση, την κατανάλωση ενέργειας και το κόστος.
Προς το παρόν, οι περισσότεροι οδηγοί αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια με μια υψηλή τιμή αυτονομίας, κυρίως επειδή δεν εμπιστεύονται ακόμη πλήρως το δημόσιο δίκτυο φόρτισης ή επειδή δεν έχουν την εμπειρία να γνωρίζουν πότε και πώς μειώνεται πραγματικά η αυτονομία στην πράξη. Όσο όμως η χρήση των ηλεκτρικών γίνεται πιο καθημερινή, τόσο μειώνεται και αυτή η ψυχολογική ανάγκη για «τεράστια» νούμερα.
Σήμερα υπάρχουν αρκετά μοντέλα με αυτονομία που ξεπερνά τα 480 χιλιόμετρα. Ωστόσο, όσο εξελίσσεται η αποδοτικότητα και μειώνεται το βάρος μέσω βελτιωμένων πλατφορμών και στοιχείων μπαταριών, είναι πιθανό το «ταβάνι» στην χωρητικότητα να σταθεροποιηθεί κοντά στις 100 kWh. Από εκεί και πέρα, η προσοχή θα στραφεί αλλού: στην ταχύτητα φόρτισης.
Ένα ηλεκτρικό μπορεί να ξεκινά κάθε πρωί πλήρως φορτισμένο – αρκεί να υπάρχει δυνατότητα φόρτισης στο σπίτι ή στη δουλειά. Άρα το πραγματικό πρόβλημα εμφανίζεται κυρίως σε διαδρομές που ξεπερνούν τα 400-450 χιλιόμετρα και απαιτούν ενδιάμεση φόρτιση. Εκεί, η ερώτηση δεν είναι πόσα χιλιόμετρα μπορεί να κάνει το αυτοκίνητο, αλλά πόσο γρήγορα μπορεί να φορτιστεί ώστε να συνεχίσει το ταξίδι.
Στην πράξη, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι το πόσο χρόνο χρειάζεται το αυτοκίνητο για να επαναφορτίσει από το 10% στο 80%, δηλαδή όσο συνήθως διαρκεί ένα διάλειμμα για ξεκούραση και έναν καφέ στον αυτοκινητόδρομο. Αν η φόρτιση γίνεται μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα, τότε οι περισσότεροι οδηγοί θα είναι ικανοποιημένοι.
Υπάρχει και το ζήτημα της υπερβολής στην τεχνολογία. Η εξέλιξη δικτύων σε πλατφόρμες υπερταχείας φόρτισης (όπως π.χ. στα 800 ή 1000 Volt) και η χρήση πολύ ισχυρών φορτιστών μπορεί να εντυπωσιάζουν, όμως συνεπάγονται υψηλό κόστος και δεν είναι σίγουρο ότι θα αξιοποιούνται καθημερινά.
Είναι η ίδια λογική που οδήγησε τελικά στο τέλος του Concorde: το γεγονός ότι κάτι μπορεί να γίνει πολύ γρήγορα δεν σημαίνει ότι αξίζει το τίμημα σε χρήμα ή πρακτικότητα για τον μέσο χρήστη. Επομένως, όσο η καθημερινή χρήση των ηλεκτρικών σταθεροποιείται και η δημόσια φόρτιση βελτιώνεται, φαίνεται πως το πραγματικό «κλειδί» για το μέλλον δεν θα είναι η μέγιστη αυτονομία, αλλά η έξυπνη και γρήγορη φόρτιση.
Για παράδειγμα, αν ένα αυτοκίνητο μπορεί να ανακτήσει 300 χιλιόμετρα μέσα σε ένα τέταρτο της ώρας και αυτό γίνεται χωρίς ταλαιπωρία, τότε η ανάγκη για τεράστιες μπαταρίες παύει να έχει νόημα. Από την άλλη, δεν θα υπάρχει και συνωστισμός στους σταθμούς φόρτισης.
Το στοίχημα για τους κατασκευαστές είναι να βρουν αυτό το σημείο ισορροπίας: μια μπαταρία αρκετά μεγάλη για να μην περιορίζει, αλλά όχι τόσο βαριά ή ακριβή ώστε να υπονομεύει την αποδοτικότητα και το κόστος. Από εκεί και πέρα, η τεχνολογία φόρτισης θα είναι αυτή που θα κάνει τη διαφορά.