Η Ελλάδα επιδιώκει να καλύψει το 25% των εξοπλιστικών της αναγκών με εγχώρια παραγωγή έως το 2036, με αιχμή του δόρατος το Εθνικό Όχημα Γενικής Χρήσης που σχεδιάζεται να κατασκευαστεί εξ ολοκλήρου εντός συνόρων.
Η προσπάθεια να επιτευχθεί εγχώρια συμμετοχή της τάξης του 25% σε εξοπλιστικές δαπάνες που υπολογίζονται σε 28 δισ. ευρώ έως το 2036 αποτελεί πρόκληση πολλών επιπέδων για την Ελλάδα.
Σε αυτήν την πορεία θα χρειαστεί να ενεργοποιηθούν ξανά, ύστερα από δεκαετίες αδράνειας, όχι μόνο οι μεγάλες κρατικές εταιρείες όπως η ΕΑΒ και τα ΕΑΣ, αλλά και ένας μεγάλος αριθμός μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, ακόμη και νεοφυών.
Σε κάποιες περιπτώσεις, υπάρχει ήδη τεχνογνωσία και υποδομή – όπως για παράδειγμα στα εργοστάσια όπου παράγονται τμήματα των Patriot ή των Leopard-2 – όμως η φιλοδοξία της κυβέρνησης είναι πολύ ευρύτερη.
Η μακροπρόθεσμη στόχευση είναι μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας ελληνικές εταιρείες να μπορούν να καλύψουν σε μεγάλο βαθμό τις ανάγκες κατασκευής πλοίων, υποβρυχίων και αρμάτων μάχης. Ταυτόχρονα, να αναπτυχθεί ένα ισχυρό δίκτυο προμηθευτών και υποστηρικτικών βιομηχανιών που θα μπορεί να ανταποκριθεί και σε εξαγωγικές απαιτήσεις.
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει ενέργειες που μπορούν να προχωρήσουν σχετικά γρήγορα, αλλά και άλλες πιο σύνθετες και μακρόπνοες. Σε πιο ώριμο στάδιο βρίσκεται το Εθνικό Όχημα Γενικής Χρήσης, το οποίο προορίζεται να κατασκευαστεί εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα -με τη χρήση ξένου σχεδιασμού- και να αποτελέσει φορέα πυραύλων και ρουκετών για την αναπτυσσόμενη πλατφόρμα «Ασπίδα του Αχιλλέα».
Αντίθετα, το πρόγραμμα του Εθνικού Πλοίου, που έχει προκηρυχθεί από το Ελληνικό Κέντρο Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), απαιτεί περισσότερο χρόνο και δεν αναμένεται να ωριμάσει πριν από το τέλος της δεκαετίας.
Η «Ασπίδα του Αχιλλέα», ένα πολυεπίπεδο σύστημα αεράμυνας και αντιβαλλιστικής προστασίας, βρίσκεται ήδη σε φάση προγραμματισμού με στόχο να είναι επιχειρησιακά έτοιμο σε πρώτο βαθμό έως το 2027.
Αν και ο αρχικός προϋπολογισμός των 2,8 δισ. ευρώ δεν επαρκεί για πανελλαδική κάλυψη, κρίσιμες περιοχές της ηπειρωτικής χώρας θα ενισχυθούν. Η πολυπλοκότητα του έργου αφήνει περιθώρια για εγχώρια συμμετοχή, ειδικά σε υποσυστήματα παρακολούθησης, ραντάρ και αισθητήρες.
Σημαντική πρόοδος αναμένεται και στον τομέα των drones, όπου ελληνικές εταιρείες έχουν ήδη παρουσιάσει εξαγώγιμα μοντέλα. Παρά τη σημερινή εξάρτηση από ξένους εταίρους, η εγχώρια τεχνογνωσία εξελίσσεται και οι συνεργασίες με ξένες εταιρείες, όπως αυτή με την ουκρανική Skyfall, δείχνουν τις προοπτικές.
Η Skyfall, για παράδειγμα, μέσα σε δύο χρόνια κατάφερε να σχεδιάσει και να παράγει μαζικά drones όπως το «Vampire», που χρησιμοποιούνται στο πεδίο μάχης και για στρατιωτικούς και για ανθρωπιστικούς σκοπούς.
Σημαντικό για την ενίσχυση της ελληνικής αμυντικής παραγωγής θεωρείται και το πρόγραμμα της Στολής Μαχητή, που έχει εξ ολοκλήρου ελληνική ταυτότητα. Ο προϋπολογισμός του αυξήθηκε στα 300 εκατ. ευρώ ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες για κράνη, εξοπλισμό προστασίας, αισθητήρες, διοπτρικά και συστήματα διοίκησης, όλα παραγόμενα από εγχώριες εταιρείες.
Συνολικά, ο δρόμος για ένα 25% made in Greece δεν είναι απλός ούτε σύντομος, όμως τα πρώτα βήματα έχουν ήδη γίνει. Η πρόκληση δεν είναι μόνο οικονομική ή τεχνική, αλλά και οργανωτική: απαιτείται συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, μακροπρόθεσμος σχεδιασμός, αξιοποίηση των πανεπιστημίων και διαρκής προσαρμογή στις εξελίξεις – ιδίως σε έναν κόσμο όπου η τεχνολογία μετασχηματίζει διαρκώς το πεδίο των συγκρούσεων.