Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό την ηγεσία του Donald Trump, ανακοίνωσαν νέα ευρείας κλίμακας εμπορική συμφωνία που επεκτείνεται πέρα από το πεδίο του εμπορίου, καλύπτοντας την ενέργεια, την άμυνα και τις τεχνολογίες αιχμής.
Η συμφωνία κλείστηκε έπειτα από εβδομάδες εντατικών διαπραγματεύσεων και φαίνεται να αποκλιμακώνει τις πιέσεις που είχαν δημιουργηθεί κυρίως στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Το βασικό σκέλος του πακέτου προβλέπει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προχωρήσει σε αγορές συνολικής αξίας 750 δισ. δολαρίων (περίπου 689 δισ. ευρώ) από τις ΗΠΑ, μέσα σε χρονικό ορίζοντα τριών ετών.
Αυτές περιλαμβάνουν προμήθειες σε πετρέλαιο, φυσικό αέριο, πυρηνικά καύσιμα και ημιαγωγούς. Παράλληλα, προβλέπεται κύμα επενδύσεων από ευρωπαϊκές εταιρείες στην αμερικανική οικονομία, αξίας 600 δισ. δολαρίων (περίπου 551 δισ. ευρώ), με έμφαση στα εξοπλιστικά προγράμματα, τις υποδομές και τις νέες τεχνολογίες.
Στον τομέα του αυτοκινήτου, η συμφωνία φέρνει σημαντικές εξελίξεις. Οι δασμοί στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα που εξάγονται στις ΗΠΑ μειώνονται στο 15%, έναντι της απειλής επιβολής δασμών 30% που θα ίσχυαν από την 1η Αυγούστου. Αν και το νέο ποσοστό είναι αυξημένο σε σχέση με τον μέσο όρο του 4,8% που ίσχυε πριν από την προεδρία Trump, θεωρείται προϊόν συμβιβασμού που αποτρέπει μεγαλύτερη επιδείνωση στις εμπορικές σχέσεις.
Εκτός των αυτοκινήτων, η συμφωνία προβλέπει πλήρη άρση των δασμών σε αεροσκάφη και ανταλλακτικά, χημικά προϊόντα, φαρμακευτικά γενόσημα, αγροτικά προϊόντα και πρώτες ύλες υψηλής στρατηγικής σημασίας.
Ωστόσο, οι δασμοί 50% που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Trump στο χάλυβα και στο αλουμίνιο παραμένουν προς το παρόν σε ισχύ, με ανοιχτό ενδεχόμενο να αντικατασταθούν από σύστημα ποσοστώσεων.
Αν και αρκετές τεχνικές λεπτομέρειες παραμένουν υπό συζήτηση, η συμφωνία εκλαμβάνεται ως θετική εξέλιξη τόσο από τις αγορές όσο και από τον βιομηχανικό κόσμο. Ειδικά για τις ευρωπαϊκές κατασκευάστριες αυτοκινήτων, οι οποίες βρίσκονταν στο επίκεντρο εμπορικών πιέσεων τα τελευταία χρόνια, η νέα συμφωνία προσφέρει σταθερότητα και ανοίγει τον δρόμο για την ενίσχυση των επενδύσεων στην εξηλεκτρισμένη κινητικότητα και στην ενεργειακή μετάβαση.
